Παλαιοκομματισμός «εθνικής σωτηρίας»

του Χρήστου Γιανναρά

«Δηλώνουμε κατηγορηματικά ότι θα ακυρώσουμε δυναμικά στην πράξη οποιαδήποτε προσπάθεια για αξιολόγηση - κατηγοριοποίηση και τιμωρία των εκπαιδευτικών και των σχολείων. H σύνδεση της μισθολογικής και βαθμολογικής εξέλιξης με την αξιολόγηση, η οποία θέτει φραγμούς μέσα από μια σειρά εντελώς αυθαίρετων ποσοστώσεων ανοίγοντας μέχρι και τον Kαιάδα των απολύσεων, αποτελεί κόκκινη γραμμή και εχθρική ενέργεια κατά του κλάδου και δεν γίνεται αποδεκτή. Eνδεχόμενη προσπάθεια εφαρμογής της θα αποτελέσει αιτία πολέμου, αρχή μεγάλων συγκρούσεων και δημιουργίας έντασης στο σχολικό περιβάλλον».
Tο τελεσίγραφο πολέμου υπογράφει η «Διδασκαλική Oμοσπονδία Eλλάδος» – «σε ανάλογο μήκος κύματος κινούνται οι θέσεις και της Oμοσπονδίας Λειτουργών Mέσης Eκπαιδεύσεως» («K» 14.7.2012). Oποιαδήποτε κοινωνία ελεύθερων πολιτών, όχι ραγιάδων, με ένα τέτοιο τελεσίγραφο δεν διαλέγεται. Δεν αντιτάσσει στον γκανγκστερικό εκβιασμό τη λογική, στην ομηρεία των παιδιών της τις αδιαπραγμάτευτες κοινωνικές προτεραιότητες. Aπολύει αυτοστιγμεί από το κοινωνικό λειτούργημα αυτούς που απειλούν ότι «θα το ακυρώσουν δυναμικά στην πράξη».
Πρόκειται για πόλεμο, το τελεσίγραφο κυριολεκτεί. Πόλεμο ανάμεσα στην κοινωνία και στους εχθρούς της, στην παιδεία - καλλιέργεια και στον πιο ωμό, αδιάντροπο σκοταδισμό. Δεν κηρύσσουν πόλεμο για χρήματα οι δάσκαλοι, θέλουν να αναγνωρίσει επίσημα το κράτος τη μη παιδεία ως παιδεία: κρατούν ομήρους τα παιδιά εκβιάζοντας

Για ποια Ελλάδα "ρε γαμώ το";



Η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή, κατόπιν μιας μικρόψυχης υπόδειξης του «προοδευτικού» ιερατείου, εξάντλησε την «αυστηρότητά» της, αποκλείοντας την συμμετοχή της αναπολόγητης αθλήτριας Βούλας Παπαχρήστου από τους κατ’ ευφημισμό καλούμενους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, εξαιτίας ενός κακόγουστου (και μόνον) αστείου, που με επιπολαιότητα έγραψε η αθλήτρια σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
Δεν εξάντλησε όμως η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή την υποκρισία της, αφού για μιαν ακόμη φορά  δεν βρήκε απολύτως τίποτε να πει για τον διασυρμό του ολυμπιακού ιδεώδους και την καταστροφή νέων ανθρώπων από το αφιόνι ενός φαρμακωμένου πρωταθλητισμού που μετέρχεται όλα τα μέσα για την πραγματοποίησή του. Ενός πρωταθλητισμού που επιβραβεύεται με τις δάφνες της ισόβιας δημοσιοϋπαλληλικής αργομισθίας.
Το πολιτικό σύστημα των νενέκων δεν γνωρίζει τι θα πει πολυετής πειθαρχία, ψυχοσωματικός κάματος και φιλοδοξία διάκρισης «για την Ελλάδα ρε γαμώ το». Όπως και η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή των ... αθανάτων (με αρχηγό της Ελληνικής Ολυμπιακής Αποστολής τον φοροφυγά κ. Ισίδωρο Κούβελο, σύζυγο της κ. Μητσοτάκη) δεν γνωρίζει τίποτε για την εμπορευματοποίηση των αγώνων, τις «χορηγίες» και τα αναβολικά.
Η Βούλα Παπαχρήστου με την ανοησία του αστείου της προσέβαλλε το χιούμορ μας.
Αυτοί που την τιμώρησαν προσβάλλουν την νοημοσύνη μας.
Και οι πολιτικοί τους μέντορες –ξέρετε αυτοί που στέκονται προσοχή στους χωροφύλακες της Τρόικας- την ίδια μας την αξιοπρέπεια.

Φρενοκομείο με πισίνα και ψησταριά


Σύμφωνα με αποκάλυψη της εφημερίδας  ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι των φυλακών Κορυδαλλού έχτισαν πισίνα και μπάρμπεκιου στον προαύλιο χώρο των φυλακών.
Ο αρχιφύλακας του ψυχιατρείου των φυλακών κ. Αντώνης  Αραβαντινός μάλιστα δικαιολόγησε τ’ αδικαιολόγητα λέγοντας ότι η πισίνα δεν είναι πισίνα αλλά συλλέκτης ... υδάτων κι ότι η ψησταριά, που είναι πράγματι ψησταριά, έγινε για τις ανάγκες εκείνων των υπαλλήλων που εργάζονται τις ... Τσικνοπέμπτες!!!
Στο θέμα παρενέβη κι ο γ.γ. του υπουργείου Δικαιοσύνης, ο κ. Μαρίνος Σκανδάμης που, αφού εξήρε το κοινωνικό έργο των υπαλλήλων, εκτίμησε ότι δεν υπάρχει «μείζον θέμα», αφού για τις κατασκευές δεν (;;;) χρησιμοποιήθηκε δημόσιο χρήμα!!!
Κι επειδή ο καθένας στο απέραντο φρενοκομείο μας μπορεί ν’ αντιλαμβάνεται ό,τι τον βολεύει, εμείς καταγγέλλουμε τους υπαλλήλους και τον γ.γ. του υπουργείου επειδή δεν έκαναν κι ένα λούνα παρκ στις φυλακές η, έστω, έναν χώρο προσγείωσης ελικοπτέρων για να εξυπηρετούνται οι τρόφιμοι κι οι επισκέπτες φίλοι τους.
μ.ν.

Εγοπρόβατα

του Απόστολου Διαμαντή
Επειδή η συζήτηση ήταν έντονη επανέρχομαι για τα ελληνικά των γλωσσολόγων.  Το κείμενό τους ήταν εντελώς παραπλανητικό και αποκαλυπτικό ταυτόχρονα για τους πραγματικούς στόχους των νέων σχολικών εγχειριδίων. Ο απόλυτος διχασμός που εισάγεται μεταξύ γραμμάτων και φθόγγων-φωνηέντων είναι απαράδεκτος από κάθε άποψη και ορθώς η εκπαιδευτικός κα Χρυσού τον εντόπισε, γεγονός που φυσικά ενόχλησε πάρα πολύ και οδήγησε πανεπιστημιακούς δασκάλους να γράφουν με τρόπο εντελώς αναιδή.
Αυτό που υποκρύπτεται πίσω από την διαγραφή του η και του ω από τα φωνήεντα και τους φθόγγους, είναι το γεγονός ότι είναι μακρά. Τιμωρούνται δηλαδή επειδή ως μακρά δεν προφέρονται στην νέα ελληνική, αν και αυτό δεν είναι καθόλου σαφές ότι ισχύει. Τότε όμως, κατά την ίδια λογική, θα έπρεπε να διαγραφούν από τους διφθόγγους και τα αι, τα ευ και τα λοιπά. Στη συνέχεια, ο δρόμος για την επέμβαση στην ιστορική ορθογραφία είναι μικρός και αντί για πλεύση θα γράφουμε πλέφσι, και αντί για αιγοπρόβατα εγοπρόβατα, εφόσον δεν υφίσταται διακριτός ήχος κατά την προφορά. Γιατί όχι; Αφού ο  ήχος δεν υφίσταται προς τι η διατήρηση της ιστορικής ορθογραφίας; Κάτω λοιπόν και όλα τα μακρά φωνήεντα και οι δίφθογγοι.
Ποιoς είναι λοιπόν ο λόγος να πηγαίνεις σε ένα παιδάκι 10 χρονών,

Με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις


Zούμε  έκτακτες καταστάσεις και όλοι μας οι φίλοι, νέοι και παλαιότεροι, επιμένουν ότι ήρθε η ώρα να συναποφασίσουμε με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε. Οι περιστάσεις –λένε– δεν μας επιτρέπουν την πολυτέλεια των διαφοροποιήσεων. Να φύγουν οι “Δυνάμεις Κατοχής” πρώτα και μετά να κάνουμε τους λογαριασμούς μας. Για την ώρα –λένε πάλι– αυτό που προέχει είναι να συγκροτήσουμε, επιτέλους, το Μέτωπο εκείνο που θα αποτρέψει την καταστροφή.
Δεν απαντάμε καθόλου αβασάνιστα σε αυτά τα αιτήματα, αλλά, παρά την καλή μας διάθεση και την καλή μας την καρδιά, βιώνοντας και όχι περιμένοντας την κρίση, νοιώθουμε άβολα με τις αντιμνημονιακές δυνάμεις, που τις περισσότερες φορές, είναι μία από τα ίδια. Δυνάμεις του χθες, που επιδιώκουν να είναι και δυνάμεις του αύριο.
Δεν παραμένουμε, το λοιπόν, δέσμιοι καμιάς ξεπερασμένης από τη ζωή πολιτικής γεωγραφίας, αλλά και δεν μπορούμε να συστρατευθούμε ούτε με τους μνημονιακούς, ούτε με τους αντιμνημονιακούς, για τον απλούστατο λόγο ότι ούτε οι μεν, ούτε οι δε απαντούν στις πιο ειλικρινείς μας αγωνίες.
Ασελγούν και οι δύο στο σώμα της πατρίδας και εμείς δεν είμαστε αυτοί που θα επιλέξουν βιαστή. Ξεκάθαρα πράγματα: δεν υπάρχουν καλοί και κακοί βιαστές. Εάν, λοιπόν, θέλουμε να μείνουμε αξιοπρεπείς και συνεπείς με τις επιλογές μας, πρέπει να είμαστε απέναντί τους και όχι δίπλα σε ορισμένους. Το πολιτικά πρωτόγονο δίλημμα με τους λιγότερο κακούς μπορεί να αφορά τους θεατές του βιασμού, αλλά είναι αδιάφορο σε όσους θέλουν να τον αποτρέψουν.
Η δική μας στάση,

ΤΟΙΣ ΚΕΙΝΩΝ ΡΗΜΑΣΙ ΠΕΙΘΟΜΕΝΟΙ;



ΜΑΥΡΑ ΠΟΥΛΙΑ ΤΟΥ '74
ΑΚΕΡΙΟΣ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ
ΜΙΣΕΣ ΟΙ ΖΩΕΣ

ΤΩΡΑ Η ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΗ ΜΕΓΑΛΟΝΗΣΟΣ ΒΟΥΛΙΑΖΕΙ ΣΤΑΙΣ ΠΙΣΙΝΑΙΣ

ΑΝΗΣΥΧΟΣ Ο ΧΛΩΡΟΣ ΥΠΝΟΣ ΣΤΟΝ ΤΥΜΒΟ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΤΙΣΣΑΣ
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΤΟΝ ΦΥΛΑΝΕ ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΟΙ ΩΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΜΟΙΡΑΙΟΙ ΩΣ ΟΙ ΕΣΧΑΤΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
θ.ε.π.

Ο ΥΠΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ



Γυναίκα στο μπάνιο, ακρυλικό σε μουσαμά,
του Τάκη Κατσουλίδη, 1993

Αστέρι της ανατολής,
που τα σκοτάδια διώχνεις,
φώτισε την αγάπη μου,
που σαν πουλί κοιμάται.

Μίλα της, καλοφώναχ’ την
γλυκοψυθίρισέ της,
πως θέλω απόψε να διαβώ
απ’ το παράθυρό της.

Αστέρι, μη βιαστείς να βγεις,
η μέρα ας μη χαράξει,
για να χορτάσ’ η αγάπη μου
τον ύπνο τον δροσάτο.

Στείλε του μελτεμιού πνοή
και του πουλιού τραγούδι,
να ’ρθώ να δώσω ένα φιλί,
εγώ να την ξυπνήσω.

18 VII 2012
Κωνσταντίνος Μπλάθρας

Ο Τζάμπας (συ)ζει με τον Αγαπούλα και τον Ομορφάντρα

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ
 O τίτλος αναφέρεται σε τρεις πρόσφατες διαφημίσεις που το τηλεοπτικό κοινό τις δεξιώθηκε με χαμόγελα. Τις έκανε ήχο στο κινητό τηλέφωνό του και μέρος μιας καθημερινής ιδιολέκτου που χαζογελά αναπαράγοντας τηλεοπτικές ατάκες.
Οι τρεις διαφημίσεις λοιπόν πέτυχαν. Και υποθέτουμε –βάσιμα νομίζουμε– ότι πέτυχαν διότι το κοινό κολακευμένο από την «μαγκιά» των πρωταγωνιστών τους, ταυτίστηκε μαζί τους. Κι όμως ο Τζάμπας δεν είναι ο φτωχοδιάβολος αλλά ο τσαρλατάνος που εκδέχεται την φαυλότητα για κατόρθωμα. Ο Αγαπούλας δεν είναι ο κατατρεγμένος αλλά ο έγκλειστος γηπεδικός εαυτός μας που κάνει τις βρωμοδουλιές του μιλώντας με όλους. Κι ο Ομορφάντρας δεν είναι ο φαμελίτης μεροκαματιάρης αλλά ο μικρομεσαίος που πουλά μαζί με τα «βρώμικα» την μάνα του και τον πατέρα του. Όλα σ’ ένα.
Αυτοί λοιπόν είναι οι Έλληνες; Οι παράγοντες του χουλιγκανικού κρετινισμού, οι μπατακτσήδες, οι λίγο απ’ όλα; Ναι, αυτή είναι η κυρίαρχη εκδοχή της αλλοτρίωσής μας. «Αγαπούλα, πούλα». Και ξεπούλα μην σου πω. Να κάνουμε την δουλειά μας όπως – όπως. Να μπούμε από το παράθυρο και να μην πληρώσουμε. Αθάνατη ελλαδική κακομοιριά. Που δικτυώνεται, τα σπάει και αδηφάγα –με λίγη σάλτσα– τα καταπίνει όλα. Αυτή η Ελλάδα αναγνωρίζει τον εαυτό της σε αυτές τις τηλεοπτικές διαφημίσεις. Τον αναγνωρίζει αλλά δεν τον οικτίρει. Τον καμαρώνει!
Κι έρχονται άλλοι, με την σειρά τους κι αυτοί, να την επιτιμήσουν αυτή την Ελλάδα. Να την επιτιμήσουν όμως ποιοι; Οι χολωμένοι αβροδίαιτοι, αυτοί που συμπλεγματικά φτύνουν το γάλα που βύζαξαν; Επαρχιωτισμός από την ανάποδη αδελφοί μας. Αλλά με στεγνό καθάρισμα και τσάκιση η δική τους επίκτητη φενάκη. Οι φυλακές, τα «βρώμικα» και οι τιμές κοψοχρονιά είναι για τους φτωχούς. Αυτοί κάνουν τις δουλειές τους αλλιώς. Σε σαλόνια με σολομούς και κρασιά Βουργουνδίας. Κeep walking βρε κουτά. Όλες οι μοναξιές μαζί μπορούμε να  χτίσουμε μια καλύτερη μπέκρα. Οι αγορές να ’ναι καλά να μεσιτεύουν υπέρ του σύμπαντος εκβαρβαρισμού.
Και οι δυο στάσεις δεν φανερώνουν τίποτε λιγότερο από την αδυναμία μας να δούμε το νεοελληνικό πρόβλημα. Να παραδεχθούμε την ορφάνια μας, που δεν έχει αναφορές –μονάχα συνθήματα, ρητορείες, αδυναμία να συνυπάρξει. Γι’ αυτό και κυριαρχεί ένθεν κακείθεν η κυνική χρησιμοθηρία, η αμυντική επιθετικότητα, η επηρμένη χυδαιότητα, η ανεπίγνωστη κακογουστιά. Ο ωχαδελφισμός για τον δημόσιο χώρο αλλά και για τον διπλανό μας. Δυσκολευόμαστε όχι να του απλώσουμε το χέρι αλλά και να τον καλημερίσουμε.

Υπάρχει όμως

ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ


















 ΓΡΑΦΕΙ Ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΡΑΚΗΣ
Δεν φαίνεται κάτι να διδάχθηκε η ανθρωπότητα από την ατομική βόμβα.
Τότε ο νικητής ατίμαζε την νίκη του, δολοφονώντας τον ήδη ηττημένο, επαληθεύοντας ότι η ανθρώπινη αλαζονεία είναι ικανή για την μεγαλύτερη παλιανθρωπιά.
Έκτοτε δεν έγινε κανένας μεγάλος πόλεμος. Γινόταν όμως για δεκαετίες ένας ψυχρός πόλεμος, που μας προειδοποίησε και με το παραπάνω με το Τσερνομπίλ. Στις τηλεοπτικές ημέρες όμως οι ειδήσεις γρήγορα ξεχνιούνται γιατί έρχονται πάντοτε καινούργιες. Άλλωστε και μετά την κατάρρευση του υπαρκού σουρεαλισμού οι πόλεμοι συνεχίζονταν. Μόνο που δεν λέγονται πλέον πόλεμοι αλλά «ανθρωπιστικές αποστολές». Και το μακέλεμα λέγεται «παράπλευρη απώλεια».
Αλλά είπαμε: η ζωή –κι ο κυνισμός– συνεχίζονται. Η κατανάλωση δεν μπορεί να περιμένει. Κι η κατανάλωση χρειάζεται ενέργεια. Κι παραγωγή ενέργειας χρειάζεται την αλαζονεία ότι ο άνθρωπος μπορεί να είναι αλάθητος κι ότι μπορεί επίσης να προβλέψει τα πάντα. Είδαμε όμως –για μιαν ακόμη φορά– ότι δεν είναι έτσι ούτε τα πράγματα ούτε οι ζωές.
Και μην νομίζετε ότι όλα αυτά δεν μας αφορούν. Στα μετανοδέρνα χωριά μας ταξιδεύει, το ίδιο γρήγορα με τις ειδήσεις, η μόλυνση. Δεν πάει άλλωστε πολύς καιρός που η κατά τα λοιπά σιωπούσα Ακαδημία Αθηνών μας συνέστησε να προχωρήσουμε σε εργοστάσια ... πυρηνικής ενέργειας. Εδώ δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τα οικιακά μας σκουπίδια, οι «αθάνατοι» στην κοσμάρα τους, πιστεύουν ότι θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε και πυρηνικά απόβλητα. Βεβαίως η όλη ιστορία δεν ξεκίνησε εχθές αλλά προχθές: επί πρωθυπουργίας του

Η νέα ειδωλολατρία



γράφει ο Βαγγέλης Μαράκης
Διαφήμιση αρχικώς ήταν η πράξη εκείνη που γνωστοποιούσε στο κοινό κάτι που ήταν κοινού ενδιαφέροντος. Σήμερα η διαφήμιση δεν γνωστοποιεί. Σήμερα η διαφήμιση είναι μια πράξη συγκαλυμμένης βίας –κι όχι ενημέρωσης– που επιβάλλει μια διαρκή καταναλωτική υποδούλωση.
Κέντρο των διαφημιστικών μηνυμάτων δεν είναι οι πραγματικές ανάγκες μας αλλά τα ίδια τα προϊόντα. Η απόκτησή τους θα μας κάνει ευτυχισμένους, αν και η ευτυχία μας θα διαρκέσει όσο και τα διαφημιστικά μηνύματα. Αλλά τα διαφημιστικά μηνύματα ξεπερνούν την ζωή, διότι αυτά δεν σταματούν ποτέ.
Την διαφήμιση την υπηρετούν ειδικοί επαγγελματίες με έκτακτα χαρίσματα. Άνθρωποι που βιοπορίζονται όχι παράγοντας αγαθά, αλλά δημιουργώντας ψευδαισθήσεις. Αυτοί οι ειδικοί «αγνοούν» την κρίση, την ανεργία και την φτώχεια. Γνωρίζουν όμως να εξαπατούν εαυτούς και αλλήλους, επιβάλλοντας πρότυπα ψευτοζωής. Γνωρίζουν να νοηματοδοτούν το τίποτα.
Δείτε μια σερβιέτα. Οι γυναίκες που την χρησιμοποιούν είναι νέες ή παριστάνουν τις νέες κι έχουν ανακαλύψει το μυστικό της ευτυχίας σε μια σερβιέτα –που στο χωριό μου την έλεγαν αλλιώς. Δείτε ένα αποσμητικό για άνδρες. Ωραίοι, γυμνασμένοι κι ανέμελοι όλοι τους. Ψεκάζονται και κολάζουν το σύμπαν.
Δουλειά των ειδικών της διαφήμισης στην πραγματικότητα είναι να κρύβουν –όχι να ενημερώνουν. Ο περιχαρής δανειολήπτης πάντοτε χαμογελά ξεκούραστος, ενώ όλοι μας γνωρίζουμε ότι ψάχνει για δεύτερη δουλειά, μήπως και σταματήσουν να τον ενοχλούν οι εισπρακτικές εταιρείες. Κι ο πιτσιρίκος φαίνεται ότι χαίρεται το νέο του παιχνίδι. Αυτά που δεν φαίνονται είναι τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για να γίνει το παιχνίδι και οι ομήλικοί του που εργάστηκαν για να το φτιάξουν.
Μπορεί οι άνθρωποι των διαφήμισεων να μην υπάρχουν στην πραγματικότητα, υπάρχουν όμως εκείνοι που φιλοδοξούν να τους μοιάσουν. Κι επειδή δεν γίνεται κατορθωτή η φιλοδοξία τους δυστυχούν. Κι οι δυστυχισμένοι –ειδικώς εκείνοι που αδυνατούν να καταναλώσουν την δυστυχία τους– αποκλείονται από τις εικονικές ζωές μας.
Οι διαφημίσεις βεβαίως βιάζουν τις ζωές μας αλλά γι’ αυτή την βία δεν μιλάμε. Την θεωρούμε δεδομένη. Σχεδόν

Για ποια Ελλάδα ρε γαμώ το;



Mεταπολεμικά και, κυρίως, μεταπολιτευτικά η καθύβριση της πατρίδας έγινε μέτρο του «προοδευτισμού» μας.
Μετά το ξέσπασμα της πρόσφατης κρίσης επανακαλύφθηκε ο «πατριωτισμός». Στο όνομά του ο πρωθυπουργός της χώρας και οι λοιποί θιασώτες της εθελούσιας υποταγής μας στα τσαλίμια των αγορών μας επιβάλλουν να σκύψουμε το κεφάλι γιατί «μαζί τα φάγαμε» -λένε. Στο όνομα αυτού του όψιμου πατριωτισμού η κυβέρνηση υποθηκεύει την χώρα στην διεθνή χρηματοπιστωτική μαφία, καλώντας μας να χειροκροτήσουμε την ομηρεία μας. Έχουμε κολοβούς μισθούς, κολοβές συντάξεις αλλά και κολοβωμένη αξιοπρέπεια. Ας είναι;
Στο ίδιο όνομα -αλλά σε διαφορετικό όραμα- η πολύχρωμη αντιπολίτευση μας προτρέπει να συστρατευθούμε μαζί της για να επιστρέψουμε στην δανειοδίαιτη μεταπολιτευτική ανεμελιά μας. Τρωκτικά και πένητες ομού. Μισθοσυντήρητοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, μεροκαματιάρηδες και άνεργοι μαζί με τα τσιράκια της συνδικαλιστικής αργομισθίας και τους υψηλόμισθους κηφήνες του παλαιοκομματισμού. Κι από κοντά όσοι τους κάνουν τα θελήματα αρκούμενοι σε φιλοδωρήματα κι υποσχέσεις. Προπάντων να μην θιγούν οι κεκτημένες αργομισθίες κι ας πάει και το παλιάμπελο!
Και οι δυο στάσεις μπερδεύουν την πατρίδα με την τσέπη τους. Και αμφότερες το κάνουν το όνομα του «πατριωτισμού»!
Εμάς αυτός ο «πατριωτισμός» δεν μας εκφράζει.
Η δική μας αντίσταση δεν αφορά την καταναλωτική ευχέρεια κανενός.
Αφορά την επιλογή μας να μην σκύψουμε την κεφαλή μας και να μην είμαστε αυτοί που θα συνεργήσουν στην λεηλασία της πατρίδας.
Μνημονεύουμε Διονύσιο Σολωμό και Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Μνημονεύουμε την παλιόψαθα που την γύμνια μας σκεπάζει. Έρρωσθε.
manifesto τ. 20

Παραμύθι

του ΧΡΗΣΤΟΥ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ
Παλιά υπήρχαν τρία μέρη στον κόσμο· η Kυψέλη, η Eλλάδα και ο πλανήτης Γη. Tώρα βγαίνουν και λένε ότι ο κόσμος είναι ένας, όμως λένε ψέματα κι αυτό φαίνεται στα μάτια τους. Aυτοί τα έχουν μπερδέψει ενώ υπήρχαν τρία μέρη και το σπουδαιότερο πράγμα στον κόσμο ήταν να είσαι η ωραιότερη στην Kυψέλη όπως συνέβαινε με την Έρση. Aν ήσουνα η ωραιότερη στην Eλλάδα, κινδύνευες να σε κάνουν μις Yφήλιο και να σε παντρέψουν μ' ένα χοντρό με πολλά λεφτά από τον πλανήτη Γη. Ήταν πιο δύσκολο να είσαι η ωραιότερη στην Kυψέλη γιατί εκεί σε έβλεπαν κάθε μέρα στο δρόμο, δεν σε ψήφιζαν βαμμένη, με μουσική από πίσω, ούτε σε γνώριζαν από τα περιοδικά, σε είχαν αγαπήσει χωρίς φωτογένεια. Σε έβλεπαν γελαστή, βιαστική, τσακωμένη με τη μάνα σου, ιδρωμένη, σκονισμένη. Ήταν πολύ πιο δύσκολο να είσαι η ωραιότερη στην Kυψέλη γιατί υπήρχε μια μόνιμη επιτροπή που ψήφιζε όλο το χρόνο εκτός από το βράδυ της Aνάστασης που κάτι τους έπιανε και τις έβγαζαν όλες πρώτες, κάτι πάθαινε η επιτροπή και ενθουσιαζόταν με αποτέλεσμα να νομίζουν όλοι ότι έχουν φωτογένεια και μάλιστα να αισθάνονται ότι εκπέμπουν λάμψεις. Έτσι, το βράδυ της Aνάστασης η Έρση ήταν λίγο στενοχωρημένη, αλλά μετά της περνούσε γιατί είχε μαγειρίτσα και δεν σκεφτόταν πια την επιτροπή που ξεχνούσε να κάνει τη δουλειά της καθώς τις φίλαγε όλες σταυρωτά μέσα στα πυροτεχνήματα.
      Ήταν πάρα πολύ δύσκολο να είσαι κάτι στην Kυψέλη κι έτσι πολλοί ήθελαν να γίνουν κάτι στην Eλλάδα που φαίνεται ότι ήταν πιο εύκολο ενώ μερικοί κατάλαβαν το κόλπο κι άρχισαν να λένε ότι αυτοί δεν αξίζουν για την Eλλάδα, αξίζουν μόνο για τον πλανήτη Γη. O πλανήτης Γη έκανε προπαγάνδα στην Eλλάδα, της έβαζε συνεχώς την ιδέα ότι αυτός είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο και με τη σειρά της η Eλλάδα πίεζε την Kυψέλη να της αναγνωρίσει τα πρωτεία. Όμως η Kυψέλη δεν είχε κανέναν να πιέσει κι έτσι, μια φορά κι έναν καιρό, η Kυψέλη υποχρέωνε τον εαυτό της να είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο και η

Δικτατορία της φαινομενικότητας

γράφει ο Δημήτρης Κοσμόπουλος

Διηγείται ο  Κώστας Βάρναλης στους «Ανθρώπους» του. Περιστατικό της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα. Ο λόγιος Γεράσιμος Βώκος που είχε ζήσει πολλά χρόνια στο Παρίσι, κάθεται στο καφενείο του Ζαχαράτου. Στην πλατεία Συντάγματος. Συνωστισμός και θόρυβος. Στο τραπέζι του απρόσκλητοι έρχονται και θρονιάζονται δύο βουλευτές. Διαπληκτίζονται. Με φωνές κι αντάρες. Αίφνης κατά τα ρωμαίικα συνήθεια ο ένας γυρνά προς τον αποσβολωμένο Βώκο και τον ρωτά: «-Δίκιο δεν έχω;» «-Βεβαίως και έχεις δίκιο», απαντά ο Βώκος. «Και συ έχεις δίκιο, κι αυτός -δείχνοντας τον άλλον- έχει δίκιο. Όλοι δίκιο έχετε!». Και εγειρόμενος, βγάζει τον πίλο του, κάνει μια υπόκλιση και βροντοφωνάζει: «Χαίρε ευγενής Γαλλία!». Μεταθέστε την μικρογραφία του περιστατικού στην σύγχρονη Ελλάδα. Το κυρίαρχο πολιτιστικό παράδειγμα, είναι το αρειμάνιο «εγώ». Όλοι έχουμε δίκιο. Κανείς δεν φταίει! Σε μια παράκρουση του βαθειά ανάγωγου συλλογικού μας εγώ, κανείς μας δεν εννοεί να αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη. Τι άλλο περιμένουμε ως συμπεριφορά από τους πολιτικούς μας εκπροσώπους; Κανείς τους δεν φταίει. Όλοι έχουν δίκαιο όραμα. Φαίνεται από τους καβγάδες τους στα τηλεοπτικά παράθυρα. Από την ένδεια των κατά τα άλλα στεντόρειων μπαλκονάτων λόγων. «Θα ανασυντάξουμε…», «Θα κάνουμε…»,  «Θα φέρουμε…», «Θα εκσυγχρονίσουμε…».  Δεν πρόκειται μόνο για την ξύλινη γλώσσα και την ένδειά της. Ούτε για την αδιατάρακτη κομματική αυτάρκεια, που προβάλλει ξαναζεσταμένη την γκριζάδα άλλων εποχών. Κυρίως όμως, πρόκειται για ανάδυση τρομακτικού κενού. Κενού νοήματος. Βιώνουμε την δικτατορία της φαινομενικότητας. Όμως αν δεν δούμε το άδειο κάθε αναφοράς που χάσκει από κάτω της, δεν πρόκειται να πάμε παραπέρα. Μετά τις συγκεντρώσεις και τις τηλεμαχίες, η πλατεία μένει απελπιστικά έρημη.

τεύχος 35



Τα περιεχόμενα αναλυτικά έχουν ως εξής:

Για μια φανέλα αδειανή

Δεν γνωρίζουμε ούτε αν θα σωθεί -ούτε εάν αξίζει να σωθεί- το ελληνικό κράτος.
Η «Παναθηναϊκή Συμμαχία 2012» όμως παίρνει τον Παναθηναϊκό στα χέρια της και, χάρη στην γενναιόδωρη βλακεία ορισμένων οπαδών του, φαίνεται ότι θα τα καταφέρει.
Στα ιδρυτικά μέλη του Σωματείου που θα φροντίσει για την βιωσιμότητα της επιχείρησης απλοί καθημερινοί άνθρωποι της διπλανής θύρας όπως ο Γιάννης Αλαφούζος, η Σία Κοσιώνη, ο Αλέξης Παπαχελάς, η Λιάνα Κανέλλη, ο Παύλος Τσίμας κι άλλοι γνωστοί συμπολίτες μας.
Η διακονιά -όταν είναι για τόσο ιερό σκοπό- δεν είναι ντροπή. Είναι θράσύτητα. Δώστε, λοιπόν, ότι έχετε ευχαρίστηση.
Σε καλή μεριά.