Υπάρχει ζωή χωρίς τον Γιακουμάτο και τον Πρωτόπαπα;

του ΘΕΟΔ. Ε. ΠΑΝΤΟΥΛΑ

Ένα υπολογίσιμο τμήμα του εκλογικού σώματος –εξαιρουμένων όσων αδυνατούσαν οικονομικά να μεταβούν στον τόπο άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος– παραιτήθηκε της εκλογικής του υποχρέωσης ή απελπίσθηκε, προτιμώντας να περάσει την Κυριακή της 6ης Μαΐου παίζοντας ρακέτες στην παραλία.
Αρκετοί επίσης συμπολίτες μας, απαντώντας καταφατικά στον αναίσχυντο εκβιασμό του κάποτε κραταιού δικομματισμού, πειθαναγκάστηκαν ότι αυτοί που κατόρθωσαν αυτό το ναυάγιο, αυτοί είναι και οι πλέον κατάλληλοι για ναυαγοσώστες!
Ακόμη περισσότεροι όμως είναι οι πολίτες που απελευθερώθηκαν από τον παλαιοκομματισμό αναζητώντας πολιτική στέγη σε σχηματισμούς με λιγότερο βεβαρημένο πολιτικό μητρώο. (Πολλοί από αυτούς τους εκλογείς έμειναν εν τέλει ανεκπροσώπητοι εξ αιτίας του καλπονοθευτικού εκλογικού νόμου που ποικιλοτρόπως υποστηρίζει ότι στην «δημοκρατία» τους δεν είμαστε όλοι ίσοι).
Την επομένη, με την βοήθεια των μέσων μαζικής χειραγώγησης, παραγνωρίσθηκαν αυτά τα δεδομένα των εκλογών και από τον δικομματισμό περάσαμε σ’ έναν διπολισμό που δεν είναι περισσότερο γόνιμος από τον δικομματισμό, αφού και πάλι η στημένη αντιπαράθεση περιορίζεται σ’ ένα επίπλαστο εκβιασμό, έναν εκβιασμό που βιάζεται να αμνηστεύσει τους ενόχους και να τους επαναπροτείνει ως μέρος της λύσης κι όχι ως κύρια συνιστώσα του προβλήματος. Συνέβησαν όλα ερήμην τους. Το πελατειακό κράτος, η υδροκέφαλη διοίκησή του, η διασπάθιση του δημόσιου πλούτου.
Εκεί σταματά η φιλοπατρία τους. Στην διάσωσή τους μέσω των Μνημονίων. Τα Μνημόνια όμως

ΟΙ ΑΝΟΡΘΟΓΡΑΦΙΕΣ

Θέλω να πιστεύω - και η πίστη μου αυτή βγαίνει πάντοτε πρώτη στον αγώνα της με τη γνώση – ότι, όπως και να το εξετάσουμε, η πολυαιώνια παρουσία του ελληνισμού πάνω στα δώθε ή εκείθε του Αιγαίου χώματα έφτασε να καθιερώσει μιαν ορθογραφία, όπου το κάθε ωμέγα, το κάθε ύψιλον, η κάθε οξεία, η κάθε υπογεγραμμένη, δεν είναι παρά ένας κολπίσκος, μια κατωφέρεια, μια κάθετη βράχου πάνω σε μια καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοί αμπελώνες, υπέρθυρα εκκλησιών, ασπράκια ή κοκκινάκια, εδώ κι εκεί, από περιστεριώνες και γλάστρες με γεράνια. Είναι μια γλώσσα με πολύ αυστηρή γραμματική, που την έφκιασε μόνος του ο λαός, από την εποχή που δεν επήγαινε ακόμα σχολείο. Και την τήρησε με θρησκευτική προσήλωση κι αντοχή αξιοθαύμαστη, μέσα στις πιο δυσμενείς εκατονταετίες.
Ώσπου ήρθαμ’ εμείς, με τα διπλώματα και τους νόμους, να τον βοηθήσουμε. Και σχεδόν τον αφανίσαμε. Από το ένα μέρος του φάγαμε τα κατάλοιπα της γραφής του και από το άλλο του ροκανίσαμε την ίδια του την υπόσταση, τον κοινωνικοποιήσαμε, τον μεταβάλαμε σε έναν ακόμα μικροαστό, που μας κοιτάζει απορημένος από κάποιο παραθυράκι κάποιας πολυκατοικίας του Αιγάλεω.
Δεν αναφέρομαι σε καμιά χαμένη γραφικότητα. Ούτε θυμάμαι να ‘χω ζήσει σε καμιά καλή εποχή για να τη νοσταλγώ. Απλώς, δεν ανέχομαι τις ανορθογραφίες. Με ταράζουν. Νιώθω σαν ν’ ανακατώνονται τα γράμματα στο ίδιο μου το επώνυμο, να μην ξέρω ποιος είμαι, να μην ανήκω πουθενά.

Οδυσσέας Ελύτης – ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ τα Τα δημόσια και τα ιδιωτικά, ΙΚΑΡΟΣ

Οι εφεδρείες του δωσιλογισμού


Η μνημονιακή Ελλάδα -όχι αυτή που αντιστέκεται, αυτή που επιμένει- σφεντόνισε με 7% από το κοινωνικοπολιτικό περιθώριο στο κοινοβούλιο την συμμορία της «Χρυσής Αυγής».
Οι περισσότεροι αποδίδουν την πανηγυρική είσοδο του νεοναζιστικού υπόκοσμου στο κοινοβούλιο στην ολιγωρία του πολιτικού συστήματος, που ολιγώρησε έναντι του προβλήματος της λαθρομετανάστευσης. Κι εν μέρει έχουν δίκιο.

Επιστροφή στην πολιτική


του Θεόδωρου Παντούλα* 

Σας διαβεβαιώνουμε ότι συμμεριζόμαστε την απαξίωση προς τον παλαιοκομματισμό, αλλά εάν μείνουμε απλώς στην περιφρόνησή του, αυτός θα συνεχίζει ακωλύτως να ευτελίζει τις ζωές μας. Εάν ωστόσο νομίζουμε ότι αυτό δεν μας αξίζει, θα πρέπει να είμαστε εμείς, εμείς που καυχόμαστε για την πνευματική και ηθική μας ανεξαρτησία κι ακεραιότητα, αυτοί που θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις ανατροπής του. Δεν έχει ψηλώσει ο νους μας. Γνωρίζουμε πολύ καλά και ποιοι είμαστε, και πόσοι είμαστε και τι είμαστε. Κι επειδή ακριβώς τα γνωρίζουμε όλα αυτά επιλέγουμε να είμαστε παρόντες. Να μην φυγομαχούμε. Να μην υποστέλλουμε τις σημαίες μας. Όχι τις σημαίες ευκαιρίας της χρεοκοπημένης πλέον μεταπολίτευσης αλλά τις σημαίες των ιδεών, της εθνικής ανεξαρτησίας, της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.